Κυριακή 5 Φεβρουαρίου 2012

Οι μωρότεροι των ιατρών (αν και οι τελευταίοι είναι χρήσιμοι)

Γαμημένα παιδικά τραύματα. Δεν ξέρω πώς, αλλά ήρθε στην κουβέντα η δασκάλα μου στις τρεις πρώτες τάξεις του δημοτικού. Αυτή η ανάμνηση με τσάκισε. Ένιωσα να τρέμω. Με έριξε στο αλκοόλ, η σκατοπουτάνα, για να ηρεμήσω.
Θυμήθηκε η αδερφή μου, που κι αυτή δεν είχε γλιτώσει από τη σκύλα, ότι τη συνάντησε μια μέρα που έβγαλε το σκυλί για πιπί. Η σκατόγρια την είδε και κρύφτηκε πίσω από μια κολώνα. Λογική αντίδραση δασκάλας που γέμισε τις παιδικές ψυχές με τα σκατά που κουβαλούσε στη δική της και τώρα που γερνάει και βρίσκεται κοντά στον ψόφο (δεν ξέρω αν ψόφησε στο μεταξύ, κι αν το ξέρει κανείς, ας με ενημερώσει να κάνω κάνα πάρτι) δεν έχει μούτρα να τα κοιτάξει στα μάτια.
"Μην κρύβεστε κυρία Νίκη, σας βλέπω" της λέει η αδερφή μου.
"Φαντάστηκα ότι δε θέλεις να με βλέπεις" της απάντησε καλοσυνάτα το μουνόσκυλο. 
"Με μπερδεύετε με τη Νάντια. Εγώ σας έχω ξεπεράσει" διευκρινίζει.
"Η Νάντια δε θέλει να με βλέπει, το ξέρω". Γαμώτο. Ούτε ένα Αλτσχάιμερ να τη χτυπήσει την πατσαβούρα. Θυμάται τη συνάντησή μας πριν από χρόνια μέσα στο μαγαζί της φίλης μου. Εγώ να προσπαθώ να κοιτάξω αλλού για να μην ξεράσω πάνω της κι αυτή να με καρφώνει. 
"Νάντια, εσύ είσαι;" τόλμησε να με ρωτήσει. 
Το ξερατό έφτασε στο λαιμό. Μου ήρθε να το εκτοξεύσω όλο πάνω στην άσχημη, μουσάτη μούρη της και τη φαλακρή κεφάλα της. (Όπως καταλαβαίνεις, είχε ορμονικές διαταραχές, προφανώς από την αγαμία). Πρέπει να κατάλαβε ότι μου προκάλεσε αναγούλα. 
"Με θυμάσαι;" συνέχισε να με ρωτάει, η καριόλα. 
Μια ζωή σαδίστρια ήταν, η ψώλα, τώρα θ' αλλάξει; σκέφτηκα. Ντε και καλά να της μιλήσω.
"Δεν ξεχνιέστε" της απάντησα, νιώθοντας το αίμα να ανεβαίνει στο κεφάλι μου.
"Έλα βρε Ναντιούλα μου, περασμένα ξεχασμένα" δικαιολογήθηκε. 
Εδώ να σημειώσω ότι ήμουν η Ναντιούλα κάθε φορά που συναντούσε τη μητέρα μου. Το καλό κορίτσι, το φρόνιμο, το συνεσταλμένο, η καλή μαθήτρια. Δεν είχε λόγο να πει ψέματα. Από την άλλη, είχε πολλούς λόγους να ξεσπάει πάνω στα πιο αδύναμα παιδιά της τάξης. Και ήμουν ένα από αυτά.
"Περασμένα, αλλά οι εφιάλτες δεν ξεχνιούνται" είπα, δίνοντάς της να καταλάβει πως δεν έχω όρεξη για πολλές κουβέντες. Δεν το συνέχισε. Και δεν το ξέχασε.
Φαντάζομαι έχει φάει πολλές ροχάλες από παλιούς της μαθητές, της έχουν ρίξει πολλά μπινελίκια στο δρόμο που περπατούσε και γι' αυτό νιώθει άσχημα κάθε φορά που τους συναντάει. Σιγά μην κρύβεται επειδή νιώθει τύψεις και ντροπή, η σκατόγρια. Θα είμαι ευτυχής αν επιβεβαιώσω ότι δεν έχει μούτρα να κυκλοφορήσει στην πόλη. Θα είμαι ακόμα πιο ευτυχής αν μάθω ότι ψόφησε μετά από κακιά αρρώστια και έχοντας γίνει ερείπιο.
Όπως χάρηκε κι ο γιος μου όταν σκοτώθηκε σε τροχαίο ο δάσκαλος που του είχε γαμήσει την ψυχή. 
"Τώρα μένει να ψοφήσει και η Ρένα" είχε πει σε μία φίλη του, χωρίς να έχει πάρει χαμπάρι ότι δίπλα του καθόταν η κόρη της Ρένας. Το πολύ πολύ, να μάθει κι αυτή η καριόλα ότι οι μαθητές της τη μισούν και να κρύβεται όταν τους συναντάει.
Η Ρένα. Κακιά και κακομούτσουνη. Με όψη φιδιού. Φίδι μέσα κι έξω. Όλη η τάξη είχε καταλάβει ότι τον μισούσε. Το πιο ήσυχο και πιο έξυπνο παιδί της τάξης. Δε μιλάω ως ψωνάρα μάνα. Έτσι γίνονται τα παιδιά που κυκλοφορούν σε θέατρα, εκθέσεις και ωδεία κι έχουν διαβάσει τουλάχιστον εκατό βιβλία, πριν καν πάνε σχολείο. Μάλλον αυτό το πρόβλημα είχε η αμόρφωτη βλαχάρα - ναι, ήταν κι αμόρφωτη. Μικρό παιδί, αλλά πάντα είχε μια απάντηση που την έκανε να νιώθει λίγη. 
Το ίδιο μίσος είχε και για μένα, η τσουλάρα. Με ανέφερε συχνά στην τάξη. Της καθόταν στραβά το ότι η μάνα του μαθητή της δούλευε στην τηλεόραση. Είμαι σίγουρη ότι πετούσε βελάκια στην οθόνη της κάθε φορά που εμφανιζόμουν. Το σημαντικότερο που την ενοχλούσε στο μαθητή της ήταν το ότι καμιά φορά ήταν ακούρευτος. Δεν έβρισκε άλλο παράπτωμα. Το ότι δεν είχε καμία όρεξη να κάθεται στο μάθημα, ήταν δικαιολογημένο. 
Αργότερα, ευτυχώς, συνάντησε καθηγητές που τον έκαναν να ξαναβρεί το ενδιαφέρον του για τη μάθηση και τη γνώση. 
Εγώ ήμουν γκαντέμω και σ' αυτό. Αν και μετά την ύαινα με την αυξημένη τεστοστερόνη, έπεσα στον απίστευτα καλοσυνάτο δάσκαλο, καλή του ώρα, μετά από λίγα χρόνια, στην πρώτη λυκείου, ο καθίκης ο φιλόλογος μού χώθηκε με το που με είδε. Στην πορεία, δεν ήθελε να πιστέψει ότι εγώ, που τόσο ήθελε να με τσακίσει, έγραφα καλές εκθέσεις. Και στα διαγωνίσματα έγραφα καλά. Είμαι σίγουρη πως ήθελε να τα κάψει. Μόνο έγραφα. Δε μιλούσα. Μάλλον από εκεί το έπαθα. Μάλλον αυτό το εφηβικό τραύμα είναι ο λόγος που μόνο γράφοντας μπορώ να εκφραστώ και δυσκολεύομαι με τα προφορικά.
Θυμήθηκα το Χρόνη Μίσσιο που είχε δηλώσει πως αν είχε παιδιά, θα αναλάμβανε ο ίδιος τη μόρφωσή του και δε θα τα έστελνε στο σχολείο, μην τύχει και πέσουν σε ανέραστη δασκάλα ή βλάκα δάσκαλο. Δίκιο έχει. Δε λέει να ρισκάρεις με την ψυχή του παιδιού σου. Αν ξανακάνω παιδί, θα το εφαρμόσω.

Δεν υπάρχουν σχόλια: