Κυριακή 22 Απριλίου 2012

Είχε γκόμενο η Λωξάντρα;


Έχω μιλήσει αρκετές φορές για τη φίλη μου η οποία, αν και σχετικά καινούργια, νιώθω πως βρίσκεται πολύ κοντά μου, γι’ αυτό και της έχω αδυναμία. Πρέπει να τονίσω ότι είναι πραγματικό πρόσωπο, όσο κι αν φαίνεται ότι μιλάω εγώ. Έτυχε να είναι κοντά οι μέχρι τώρα ζωές μας, οι χαρακτήρες μας, τα μυαλά μας, ο τρόπος που μιλάμε, ο τρόπος που τρομάζουμε τους άλλους, ο τρόπος που αγαπάμε τους άλλους, οι ιδέες μας και, κυρίως, η αγάπη μας για την ελευθερία. Το σημαντικότερο είναι ότι αντιλαμβανόμαστε με τον ίδιο τρόπο την έννοια της ελευθερίας. Πράγμα που δε συμβαίνει με όλους. Για παράδειγμα η φίλη της τη βλέπει διαφορετικά.
Σπούδαζαν μαζί. Μετά οι δρόμοι τους χώρισαν, αλλά κράτησαν επαφή. Η φίλη μου κατέληξε στην Αθήνα να κάνει τη ζωή της, κάποια στιγμή παντρεύτηκε, έκανε ένα παιδί, χώρισε, συνέχισε τη ζωή της. Η φίλη της φίλης μου επέστρεψε στις Σέρρες. Έκανε αυτό που επιδιώκουν όλες οι γυναίκες μόλις τελειώσουν τις σπουδές τους. Δουλειά στο δημόσιο, κουκούλωμα ανδρός, παιδιά, οικογένεια, νοικοκυριό και όλα όσα μπορούν να τις κάνουν αποδεκτές στην κοινωνία και δαχτυλοδειχτούμενες.
Η Λίτσα (η φίλη της φίλης ντε) πέτυχε σε όλα. Αυτό βλέπουν όλοι γύρω της. Θαυμάζουν τη νοικοκυροσύνη της και την αξιοσύνη της. Η Λωξάντρα των Σερρών. Έφτιαξε μία ωραία οικογένεια που τη στέγασε σε ένα ωραίο σπίτι, με ωραία έπιπλα, κουρτίνες και χαλιά. Τα παιδιά της μεγάλωσαν, σπουδάζουν και σύντομα θα παραδοθούν κι αυτά στην κοινωνία ως χρήσιμοι άνθρωποι. Ο άντρας της φροντισμένος, με τα σιδερωμένα του πουκάμισα και τις προσεγμένες του γραβάτες. Όλα πάνω του δείχνουν ότι υπάρχει πίσω του μια άξια γυναίκα που τον προσέχει σαν τα μάτια της.
Η Λίτσα κατέβηκε στην Αθήνα για μια δουλειά της υπηρεσίας της. Έμεινε τρεις μέρες. Παρά το φορτωμένο της πρόγραμμα, πρόλαβε να πιει έναν καφέ με τη φίλη μου και να τα πούνε. Για μια ώρα, γιατί μετά είχε ραντεβού με έναν γκόμενο. Ήταν πιεσμένη γιατί έπρεπε να τους προλάβει όλους.
Μιλούσε με άνεση στη φίλη μου για τους γκόμενους που συναντούσε. Ήταν σίγουρη ότι την καταλάβαινε. Τι στο καλό, μια γυναίκα που χωρίζει από το στεφάνι της, προφανώς το κάνει για να απολαμβάνει χωρίς άγχος τα γαμήσια της. Αυτό σημαίνει ελευθερία για τη Λίτσα. Το να μη δίνεις λογαριασμό για τα γαμήσια σου.
Εδώ πρέπει να διευκρινίσω. Στην περίπτωση της Λίτσας δεν μπορούμε να πούμε ότι δε δίνει λογαριασμό για τα γαμήσια της στις τρεις μέρες της δικής της ελευθερίας. Απλώς θέλει να τα κρύψει. Τα φανερώνει μόνο στη φίλη μου που πιστεύει ότι θα την καταλάβει. Η φίλη μου πραγματικά δε δίνει λογαριασμό σε κανέναν. Αλλά και δεν κρύβεται γιατί δεν έχει λόγο να το κάνει. Η ελευθερία που διεκδίκησε και πήρε, είχε αυτόν ακριβώς το σκοπό. Να ζει για τον εαυτό της και όχι για τους άλλους. Και σ' όποιον αρέσει.
Παρά το ότι περνιέται για απελευθερωμένη και ανοιχτόμυαλη, σοκαρίστηκε όταν έμαθε ότι η φίλη της δεν προλαβαίνει να περνάει από τον έναν στον άλλον. Δεν κατανοεί την ανάγκη της να πηδηχτεί με όλους κι αυτήν την κάψα της να ανοίγει τα πόδια της σε δύο και τρεις μέσα σε μία μέρα. Της έχει τύχει να ανοίγει τα πόδια της πολλές φορές σε μία μέρα, αλλά όχι για ξεπέτα. Δεν την ενδιαφέρουν οι ξεπέτες. Της φάνηκε παράξενο το ότι η φίλη της πήγαινε κατευθείαν στο κρεβάτι, χωρίς να πιει έναν καφέ, να φάει ένα φαγητό, να ανταλλάξει μια κουβέντα με τον καθένα απ’ αυτούς. Αυτά τα κάνουν οι οπισθοδρομικοί άνθρωποι. Είναι χάσιμο χρόνου. Ειδικά αν είσαι παντρεμένος και σε περιμένει η γυναίκα σου στο σπίτι με την παντόφλα. Τέτοιες περιπτώσεις ήταν οι γκόμενοι που τους είχε γνωρίσει στο ίντερνετ, αντάλλαξαν καυλωτικά μηνύματα και ήρθε καυλωμένη για όλους. Έπρεπε να τους πάρει και να τελειώνει η ιστορία. Χωρίς περιττές διαδικασίες.
Η φίλη μου δεν καταπιάστηκε καθόλου με την ηθική της φίλης της. Πιστεύει (και πιστεύω) ότι ο καθένας διαχειρίζεται το σώμα του όπως γουστάρει. Απλώς είχε απορίες. Η πρώτη αφορούσε στο ότι η φίλη της πίστευε ότι και η ίδια ήταν εξίσου "απελευθερωμένη". Έτσι δεν είναι οι χωρισμένες; Ειδικά αυτή που μόνη της έφυγε από τον άντρα της για να ζήσει τη ζωή της. Ε, δεν είναι έτσι. Απλώς κάποιες θεωρούν πως δεν είναι απαραίτητο το να κρατάνε ένα γάμο όταν η σχέση έχει τελειώσει. Δεν ανέχονται να μοιράζονται το κρεβάτι τους με κάποιον που δεν τον θέλουν πια σ' αυτό. Κι ενδεχομένως, που κι αυτός δεν τις θέλει. Αυτό δε σημαίνει ότι θα πάρουν ό,τι προεξέχει ανάμεσα σε πόδια. Η δεύτερη απορία αφορούσε τη δική της συμπεριφορά. Αν της έλεγε ότι έχει έναν γκόμενο που της πήρε τα μυαλά, θα το έβρισκε απολύτως φυσιολογικό. Ο καθένας έχει το δικαίωμα να ερωτευτεί όσες φορές θέλει στη ζωή του. Αλλά αυτή είχε ραντεβού με έξι ξεπέτες σε τρεις μέρες. Τι ήταν αυτό που την κάνει να έχει ανάγκη από τόσο ξένο κρέας, τόσο ψυχρά και άψυχα; Πώς μπορεί χωρίς ψυχή; Χωρίς ψυχή γαμήσια, χωρίς ψυχή και οικογένεια. Τι την κρατάει με τον άντρα της, αφού πλέον θέλει να πάρει τους πάντες εκτός απ' αυτόν; (Και κάτι μου λέει ότι κι αυτός έκανε τα ίδια). Η κοινή φορολογική δήλωση; Η κοινή ιδιοκτησία στα ακίνητα και στα αυτοκίνητα; Ο κοινός τραπεζικός λογαριασμός; Η κοινή ιδιοκτησία στα παιδιά; (Είμαι σίγουρη ότι και τα παιδιά τους έτσι τα βλέπουν. Κτήματα που θα έπρεπε να μοιράσουν σε περίπτωση διαζυγίου). Ή μήπως την ενδιαφέρει η γνώμη του κόσμου και το κατά πόσο γίνεται αποδεκτή στην κονωνία η χωρισμένη; Αυτή ήταν και η απάντηση στην τρίτη απορία της για την υποκρισία.
Είπαμε, για τη Λίτσα, η χωρισμένη είναι "απελευθερωμένη" και γαμιέται με όποιον βρει. Μάλλον αυτό την εμποδίζει. Μην πάψει η γειτονιά να πιστεύει πως είναι άξια και προκομμένη μάνα και σύζυγος. Τα σκέφτηκε και αποφάσισε. Θα ζει την ελευθερία της κάθε φορά που θα βγαίνει από την πόλη. Θα λειτουργεί σαν σκύλα σε οίστρο και μετά θα γυρνάει ξανά στη μιζέρια της. Στην ουσία δε θα ελευθερωθεί ποτέ. Ακόμη και στα τριήμερα της απόδρασης, θα είναι δέσμια της ανάγκης της. Του άγχους της να προλάβει να πάρει όλους τους άγνωστους.
Δε θα ελευθερωθεί ποτέ, γιατί έχει κλείσει τις πόρτες της στον έρωτα. Κρίμα. Κρίμα στις καθωσπρέπει κυρίες (και κυρίους) και στη στεγνή ζωή τους.

Δευτέρα 9 Απριλίου 2012

Η αιώνια εβδομάδα των παθών


Εμείς, οι γενναίοι, οι περήφανοι, οι σαν τις παπαριές μας, καμαρωτοί Έλληνες, δεν περιμένουμε την εβδομάδα των παθών για να ζήσουμε – ξύσουμε – φτύσουμε τα πάθη μας. Το πάθος κυλάει στο αίμα μας και το μεταχειριζόμαστε όπως θέλουμε. Παθιαζόμαστε, αρπαζόμαστε, ξεκατινιαζόμαστε, γαμωσταυριζόμαστε, σε γιορτές και σχόλες και στις εβδομάδες όλες.
Δεν φταίνε οι πλανήτες που αναδρομιάστηκαν όλοι μαζί τον τελευταίο καιρό. Πάντα ήμασταν θερμόαιμοι. Γι’ αυτό μας ζηλεύουν οι ξενέρωτοι Ευρωπαίοι και θέλουν το κακό μας. Πώς να αντέξουν το φλογερό μας ταμπεραμέντο, πώς να συγκριθούν με εμάς, οι κομπλεξικοί κρυοτσούτσουνοι;
Εμείς λοιπόν, σε δύσκολους καιρούς, πάντα, όπως μας έχει αποδείξει η ιστορία, ρίχνουμε μια φαγωμάρα μεταξύ μας, έτσιμ για το καλό. Γιατί δεν μπορούμε να μαζέψουμε το πάθος μας. Αυτό μπορούν να το κάνουν οι φλούφληδες οι Ευρωπαίοι; Μπορούν να μισήσουν τόσο πολύ τον διπλανό τους, αντί να του κρατήσουν το χέρι για να προχωρήσουν μαζί στο δρόμο με τα εμπόδια.
Το έχω ξαναπεί, η κρίση μας έκανε να αποκτήσουμε κρίση και να γίνουμε ανθρώπινοι. Ορισμένοι ακολούθησαν αυτόν το δρόμο. Ορισμένοι τον ακριβώς αντίθετο. Και με πάθος ζούνε τα πάθη τους.
Ευτυχώς, στη ζωή μου έχω επιλέξει, έχω ξεχωρίσει, έχω απορρίψει κι έχω κρατήσει τους ανθρώπους με τους οποίους μπορώ να συναναστρέφομαι. Φρόντισα να ανήκουν στην πρώτη κατηγορία. Άλλοι παθιασμένοι κι άλλοι μετριοπαθείς, δεν έχει σημασία, ενδιαφέρονται και προσπαθούν για το καλύτερο, αποφεύγοντας να αρπαχτούν. Θυμώνουν, οργίζονται, αναζητούν, διεκδικούν, αλλά δεν τρώγονται.
Όμως η ιντερνετική ζωή μου μού δίνει την ευκαιρία να γνωρίσω και την άλλη πλευρά. Κι επειδή τέτοιες ευκαιρίες δεν πρέπει να χάνονται, παρακολουθώ κι εγώ με ενδιαφέρον, αλλά σιωπώντας. Κάποιοι δεν είναι απλώς θυμωμένοι, κάποιοι δεν ψάχνουν απλώς μια λύση. Πάντα παθιασμένα, διψάνε για αίμα. Ψάχνουν να βρούνε ποιος φταίει για να του το χύσουν. Κι εδώ δεν τα βρίσκουν. Για άλλους φταίει το ΠΑΣΟΚ για άλλους η ΝΔ, που δεν τους διόρισαν κι αυτούς μαζί με τόσους άλλους ή δεν τους έδωσαν χρηματοδότηση από ευρωπαϊκά προγράμματα για να στήσουν επιχείρηση φούσκα, επίσης μαζί με τόσους άλλους. Για άλλους φταίει ο ΣΥΡΙΖΑ που κατέστρεψε την Ελλάδα και έβγαλε τους άστεγους στο δρόμο, τη στιγμή που οι αρμόδιοι φορείς πλακώνονταν ποιος θα τους προσφέρει πρώτος στέγη και τροφή. Για άλλους φταίνε οι μετανάστες που, εκτός του ότι βιάζουν τις γυναίκες και δέρνουν τα παιδιά μας για να τους κλέψουν το παγωτό, ήρθαν και πήραν όλες τις θέσεις στο δημόσιο που είχαμε βάλει στο μάτι. Ασφαλώς φταίνε τα κανάλια που τα παρακολουθούν με μανία, έτσι για να αποδείξουν πόσο σκάρτα είναι, φταίνε και όλοι οι πολιτικοί που τους ψήφισαν και επειδή δεν τους διόρισαν, θέλουν να τους κρεμάσουν. Πάνω απ’ όλα, φταίνε όσοι προσπαθούν να βρουν ευχαρίστηση στην καθημερινότητά τους, όσοι τολμούν να λένε αστεία, να γελούν, να αγαπούν, να χαίρονται. Όταν βλέπουν τέτοιους αναίσθητους, θέλουν να τους κρεμάσουν μαζί με τους πολιτικούς.
Καμιά φορά, σκέφτομαι τι θα γινόταν αν αυτοί οι καυγάδες δε γίνονταν μπροστά σε μια οθόνη κι είχαν τον άλλον απέναντί τους. Δε θα είχαμε γλιτώσει τον εμφύλιο. Έχουμε έναν ηλεκτρονικό εμφύλιο και δεν ξέρουμε πώς θα καταλήξει. Για αυτοκριτική ούτε κουβέντα, όλοι αυτοί οι εξοργισμένοι. Φταίνε οι άλλοι. Αυτοί είναι γενναίοι, λεβέντες, αφυπνισμένοι, συνειδητοποιημένοι. Μαύρο ρε. Κανέναν δε θα ψηφίσουν. Να πάνε να γαμηθούνε όλοι. Οι κλέφτες. Οι απατεώνες. Αφού δεν είναι αυτοί υποψήφιοι, δεν ψηφίζουν κανέναν. Μια μέρα, ρε, να τους έκαναν πρωθυπουργούς. Μια μέρα. Θα καθάριζε ο τόπος.
Οι αιώνιοι Έλληνες. Επαναστάτες, έτοιμοι να αρπάξουν το γιαταγάνι. Πρώτοι στον αγώνα. Αυτοί και κανένας άλλος. Παθιασμένοι. Φωνές, τσαμπουκάδες, απειλές, ξεχέσματα και στα ζόρια χέσιμο στα βρακιά τους. Μ’ αυτούς φτάσαμε ως εδώ. Κι αν δεν ξεκολλήσουν από αυτά τα πάθη τους, δε θα ξεκολλήσουμε κι εμείς από αυτά τα χάλια μας.
Να γινόταν ένα θαύμα, μετά την εβδομάδα των παθών, να βιώναμε το θάνατο και την ανάστασή τους. Αλλά νομίζω ότι τα δικά τους πάθη θα κρατήσουν αιώνες.