Τρίτη 21 Αυγούστου 2012

Στους άντρες δεν αρέσουν οι κατίνες (απόσπασμα κεφαλαίου ΚΓΠ, εις μνήμην Μιχάλη Μενιδιάτη)

................................................................
Ας υποθέσουμε ότι ο τύπος είναι πολυγαμικός και όπου βλέπει μουνί, θέλει να πηδήξει. Κι εσύ το έχεις πάρει χαμπάρι και του λες ευθέως ότι αν δεν πάψει να αναζητάει άλλα μουνιά, το δικό σου δε θα το ξαναδεί. Εννοείται ότι θα σε πάρει και θα σε σηκώσει, που τόλμησες να πιστέψεις κάτι τέτοιο. Είσαι κατίνα, πιεστική και βλέπεις φαντάσματα, που καλύτερα να έβλεπες κανέναν ειδικό.
Πώς θα σου φαινόταν όμως να πάει αυτός σε ειδικό, για να θεραπεύσει αυτήν την πάθηση, με δική του πρωτοβουλία και να σε ευχαριστήσει που, επιτέλους, ξεπέρασε το πάθος του με τις γυναίκες και τώρα παθιάστηκε με τη μία και μοναδική γυναίκα της ζωής του: εσένα; Δεν είναι δύσκολο. Θα πας και θα ψαχουλέψεις στο ίντερνετ αποφθέγματα που έχουν σχέση με την πίστη στο σύντροφο, τη μονογαμία, την αποκλειστικότητα, το γάμο… Θα του στέλνεις κάθε πρωί την καλημέρα σου μαζί με ένα απόφθεγμα, είτε στο κινητό είτε στο μέιλ του. Μετά θα πάρεις μερικά τέτοια, τα οποία θα τα συνδυάσεις με άλλα που μιλάνε για την αγάπη και τον αιώνιο έρωτα και θα κάνεις ένα βίντεο με καρδούλες και νεράιδες και μουσική με άρπες και θα το ανεβάσεις στο youtube. Εννοείται ότι θα του το αφιερώσεις. Γέμισέ τον ενοχές. Και να τον αντιμετωπίζεις με γλυκύτητα, τρυφερότητα, πραότητα, έως και πλαδαρότητα. Έναν τόσο γλυκό άνθρωπο ήθελε πάντα δίπλα του. Που να ανέχεται όλα όσα κάνει. Που θα σταματήσει να τα κάνει.
Επίσης έχουμε το κλασικό κόλπο με το τηλέφωνο. Σου το έχει πει κι η μάνα σου κι εσύ γέλασες γιατί το θεώρησες κατινιά.
Τι κάνεις με το τηλέφωνο όταν τον παίρνεις; Μη μου πεις ότι ρωτάς πού είναι. Άσε με να μαντέψω την απάντηση.
«Καλά, είσαι άρρωστη. Τι ερώτηση είναι αυτή; Έτοιμη για ανάκριση είσαι. Όπου θέλω είμαι. Λογαριασμό θα σου δώσω; Δεν μπορείς άμα δε με ελέγχεις; Δεν αντέχω άλλο έλεγχο. Με πνίγεις, το καταλαβαίνεις; Με πνίγεις. Άφησέ με να ανασάνω».
Και εσύ απαντάς μουδιασμένη: «Ρώτησα μήπως είσαι σε δουλειά και ενοχλώ. Κι έλεγα, αν είσαι έξω και μπορείς, να ερχόσουν να φάμε, που μαγείρεψα γιουβαρλάκια που σου αρέσουν».
Ασφαλώς, μετά από μια τέτοια απάντηση, θα φωνάζει ακόμα πιο πολύ:
«Δε βγάζει άκρη κανείς μαζί σου. Από τη μια ο έλεγχος και η ιερά εξέταση κι από την άλλη τα γιουβαρλάκια. Μην πας να το μαζέψεις γιατί δε σε παίρνει».
Έτσι ακριβώς. Δε βγάζεις άκρη με την ευθύτητα και την ειλικρίνεια. Αυτές οι συμπεριφορές είναι απαγορευμένες σε όσες θέλουμε να τηρήσουμε τους κανόνες του κώδικα γυναικείας πουτανιάς, ο οποίος επιβάλλει κατινιά και επιφέρει επιτυχία στη σχέση. Πρόσεξε πώς πρέπει να το χειριστείς. Πρώτα πρώτα, δεν παίρνεις ποτέ τηλέφωνο.
«Τι κάνεις αύριο το βράδυ; Μπορούμε να βρεθούμε;» σε ρωτάει ο χαλβάς.
«Στο σπίτι θα είμαι, μωρό μου. Θα τινάζω τα χαλιά και θα πλέκω μια κουβέρτα με το βελονάκι, όλη δαντέλα. Πάρε με τηλέφωνο» απαντάει η καπάτσα.
Την παίρνει ο χαλβάς στο σπίτι, δεν απαντάει αυτή. «Μπορεί να είναι στο μπαλκόνι, να τινάζει τα χαλιά και να μην το ακούει» είναι η πρώτη σκέψη. Την ξαναπαίρνει μετά από πέντε λεπτά με το ρολόι. Αυτή το κοιτάει και δεν απαντάει. Ο χαλβάς αρχίζει να προβληματίζεται. Σε τρία λεπτά με το ρολόι, ξαναπαίρνει. Αυτή ξανά δεν απαντάει. Την ξαναπαίρνει αμέσως μετά. Εννοείται ότι κανείς δεν απάντησε. Την παίρνει στο κινητό. Αυτή το κοιτάει και κάνει πως δεν το ακούει. Σε τρία λεπτά με το ρολόι, ξαναπαίρνει στο κινητό. Ξανά χωρίς απάντηση. Της στέλνει μήνυμα: «Μωρό μου πού είσαι; Σε ψάχνω. Είσαι καλά; Θα βρεθούμε;» Χωρίς απάντηση κι αυτό. Σε πέντε λεπτά, με το ρολόι, την ξαναπαίρνει. Κάθεται ήδη σε αναμμένα κάρβουνα. Του περνάει από το μυαλό να πάει να της γκρεμίσει την πόρτα, αλλά είναι αποφασισμένος να φερθεί σαν κύριος. Καπνίζει ένα πακέτο τσιγάρα σε μία ώρα. Τόσο αποφάσισε να κρατηθεί και μετά θα την ξαναπάρει. Δεν έχει πάρει τα μάτια του από το τηλέφωνο, αν και ρίχνει κλεφτές ματιές στο ρολόι. Μόλις φτάνει στο τέλος χρόνου, αρπάζει το τηλέφωνο και την ξανακαλεί. Στο έβδομο χτύπημα, το σηκώνει λαχανιασμένη και αναστατωμένη.
«Έλα, μωρό μου» του απαντάει σα να μη συμβαίνει τίποτα.
«Σε παίρνω εδώ και δύο ώρες και δεν το σηκώνεις. Πού είσαι;» τη ρωτάει πιο αναστατωμένος.
«Αχ, μωρό μου, κάτι μου έτυχε… είχα μια δουλειά» δικαιολογείται δήθεν χάνοντας τα λόγια της.
«Τι δουλειά;» ρωτάει ο χαλβάς που τρέμουν τα πόδια του στο μεταξύ.
«Ε, τι να σου λέω τώρα, κάτι δικά μου… εσύ, καλά;» αλλάζει κουβέντα δήθεν για να τον αποπροσανατολίσει. Στην πραγματικότητα έχει ήδη χεστεί πάνω του και δε βλέπει την ώρα να πάει να αναζητήσει τα πειστήρια του εγκλήματος.
«Καλά… είχες πει ότι θα είσαι σπίτι και θα βρισκόμασταν».
«Ναι, ναι, να βρεθούμε» του λέει ξεροκαταπίνοντας για να φανεί ότι κάτι κρύβει. «Αλλά όχι ακόμη. Σε κάνα δίωρο είναι καλά;».
Πόσα έχει κάνει μέσα σ’ αυτό το διάστημα και πόσα ακόμη θα κάνει μέσα σ’ αυτό το δίωρο; Είναι ολοφάνερο ότι έχει ενοχές για κάτι. Θα το ανακαλύψει. Αλλά σημασία έχει να μην τη χάσει.
Όταν φτάνει η ώρα της συνάντησης, αυτός φρικαρισμένος κάνει διάφορες πλάγιες ερωτήσεις με σκοπό να μάθει τι σκατά δουλειά ήταν αυτή που δεν τολμάει να του αναφέρει. Αυτή αποφεύγει να απαντήσει με διάφορους επίσης πλάγιους τρόπους και καταλήγει στο «για ποια με πέρασες» και άλλα τέτοια που λένε οι υπεράνω πάσης υποψίας γκόμενες.
Ένα άλλο κόλπο είναι να του πετάξεις στα μούτρα την περιφρόνηση. Σου ζητάει να βρεθείτε πχ αύριο κι εσύ του λες ότι έχεις κανονίσει και τι κρίμα που δεν μπορείς και να σου το έλεγε νωρίτερα κι ότι δε γίνεται να περιμένεις πότε θα αποφασίσει να βρεθείτε και άλλα τέτοια που θα τον γεμίσουν ενοχές.
Την άλλη μέρα, μπαίνεις στο φέισμπουκ και ανεβάζεις φωτογραφίες σου από μέρος εξωτικό, όπου υποτίθεται πήγες εκδρομή με τον τάδε, ας είναι κι από πρόπερσι, δε μας πειράζει. Εννοείται ότι βάζεις λεζάντα τύπου «μια υπέροχη μέρα με τον υπέροχο τάδε», όπου ο τάδε μπορεί να είναι κι ένας άσχετος φίλος σου που έχεις κανονίσει να μπει και να πει ότι η μέρα ήταν υπέροχη γιατί είσαι υπέροχη κι εσύ και άλλα παπαρίσματα που θα κάνουν το χαλβά σου να μην αφήνει μέρα χωρίς να τρέξει σαν σκυλάκι από πίσω σου.
Ο άντρας φοβάται, λέει, μη χάσει την ελευθερία του. Η πραγματικότητα είναι ότι δε συμβιβάζεται με μέτριες καταστάσεις. Άμα είναι να τη χάσει, πρέπει να τη χάσει για τα καλά. Να γίνει δούλος μιας γκόμενας που θα τον σέρνει από το χαλκά που θα του έχει περάσει στη μύτη, χώρια οι αλυσίδες. Αρκεί να ξέρει ότι δεν έκλεψε αυτή την ελευθερία του, αλλά αυτός τη δική της.
Πρόσεξε τώρα το τελευταίο μάθημα. Σου έχω παλιό λαϊκό, πονεμένο και μαζοχιστικό άσμα που πρέπει να παρατηρήσεις καλά τους στίχους του. Πρόκειται για μία συγκλονιστική έμπνευση του στιχουργού Γιώργου Σαμολαδά (τη μουσική είχε γράψει ο Καλδάρας και το έκανε σουξέ ο Μενιδιάτης, αν θες να ξέρεις, αλλά δεν είναι αυτό το θέμα μας). Κανείς δεν έχει εκφράσει καλύτερα το πώς βλέπει ο άντρας μια σχέση. Σημείωνε. Ή βγάλε καμιά φωτοτυπία να την κάνεις αφίσα.
«Περιφρόνα με γλυκιά μου, γέλα με τον έρωτά μου, στην καρδιά μου μίσος δεν κρατώ. Γέλα και μη με προσέχεις, μα δικαίωμα δεν έχεις να μου λες να μη σε αγαπώ».
Ο αντρικός μαζοχισμός σε όλο του το μεγαλείο. Της το ζητάει ευθέως. «Ρίξε μου χλαπάτσα κι άσε με να γίνω το σκυλάκι σου» ή «γίνε καριόλα και θα γίνω σκλάβος σου» ή «γουστάρω περιφρόνηση, ξεφτίλα, κολάρο και λουρί». Αυτές οι γκόμενες αρέσουν στους άντρες. Αυτές που τους περιφρονούν. Που τους κάνουν να τρέμουν μην τις χάσουν. Ακόμη και με κατινίστικα κόλπα που μας δίδαξε η μαμά.
Βέβαια, μη νομίζεις ότι οι άντρες είναι τόσο χάπατα που δεν τα πιάνουν αυτά τα κόλπα. Αλλά θέλουν να πιστεύουν ότι δεν είναι κόλπο, αλλά ότι αυτή τη γυναίκα που τους περιφρονεί, θα την κερδίσουν. Ότι θα καταφέρουν να δέσουν (με τα δεσμά του γάμου, ασφαλώς) αυτήν την γκόμενα που κάθε τόσο τους παίζει και τους βασανίζει. Να δούμε όταν θα ζούνε στο ίδιο σπίτι, πού θα πάει να κρυφτεί.
Τέτοια σκέφτονται κι ας ξέρουν ότι δε χρειάζεται να παιδευτούν πολύ για να την πείσουν να τους χαρίσει την ελευθερία της. Κι ας ξέρουν πόσο εύκολο είναι να τους την κάνει ακόμα και κάτω από τη μύτη τους και μπροστά στα μάτια τους.