Πέμπτη 23 Οκτωβρίου 2014

Άλκης Παναγιωτίδης: Ξεμπέρδεψα πολύ νωρίς με το δυτικό πολιτισμό

Καμιά φορά, κάνουμε το λάθος να συνδέουμε ηθοποιούς με ρόλους. Για παράδειγμα ο Αρτέμης Μάτσας είναι εκείνος ο ελεεινός τύπος που επιμένει πως οι Γερμανοί είναι φίλοι μας. Άντε να το ξεπεράσεις και να τον δεις με άλλο μάτι. Το ίδιο που συμβαίνει και με τονν Άλκη Παναγιωτίδη, τον οποίο έχω συνδέσει με τον ρόλο με το ίδιο όνομα στην ταινία του Νικολαΐδη «τα κουρέλια τραγουδάνε ακόμα».
ΑΛΚΗΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΙΔΗΣ: "ΚΑΘΑΡΙΣΑ ΠΟΛΥ ΝΩΡΙΣ ΜΕ ΤΟΝ ΔΥΤΙΚΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟ"
Έναν αμετανόητο του rocknroll, που παίζει ντραμς αναπολώντας. Ε, κάπως έτσι είναι. Απλώς δε μένει στην αναπόληση, αλλά φροντίζει να ακολουθεί την εποχή του. Να μην ησυχάζει και να μη χάνει την ορμή του. Έτσι λοιπόν, δηλώνει οργισμένος μεσήλικας.
«Άλλοι στην ηλικία μου έχουν τα εγγόνια τους κι έχουν αράξει. Κι εγώ έχω εγγόνια αλλά είμαι ο οργισμένος της οικογένειας. Ο γιος μου είναι συντηρητικός και είναι αυτός που με φροντίζει, τρόπος του λέγειν. Οι νέοι δεν είναι οργισμένοι όσο θα έπρεπε. Πρέπει να έχει πέσει ευνουχισμός από το σπίτι. Και το ίντερνετ τους έκανε να μην ψάχνονται όπως ψαχνόμασταν εμείς. Τα έχουν όλα έτοιμα. Εγώ έκανα χιλιόμετρα για να δω πράγματα. Οργάνωνα του κόσμου τις κασκαρίκες ώστε να μπορέσω να επωφεληθώ. Και όλα αυτά πιστεύω με κάνανε καλύτερο. Γι’ αυτό αρχικά αρνήθηκα το ίντερνετ. Αλλά επέμενε ο γιος μου, που ζει στο Παρίσι, για να επικοινωνούμε. Τώρα πλέον έχω γίνει τιμητής του γιατί για τον ταξιδιώτη είναι χρήσιμο. Και μου αρέσει να χάνομαι και στη μουσική του».
Δεν καταλαβαίνω για πότε πάμε από το ένα θέμα στο άλλο. Ξεκινάμε να μιλάμε για την καταγωγή του από την Κωνσταντινούπολη, τη Θεσσαλονίκη, την πόλη που μεγάλωσε, τον πατέρα του, σημαντικό ιεροψάλτη και συγχρόνως άθεο και αριστερό. «Είχα την τύχη να είμαι γιος αυτής της μεγάλης φυσιογνωμίας, τον οποίο όμως τον έπαυσαν γιατί έριχνε δέκα χριστοπαναγίες για να πιει τον καφέ του και έβριζε και τους δεσποτάδες» λέει, για να μιλήσουμε και για Μπουκόφσκι, ο οποίος θα του άρεσε αν δεν ήταν αντίθετος στις ουσίες. «Επειδή ήταν αλκοόλα του κερατά, είχε και ιδέες αγκαζέ. Θα προτιμούσα να είναι ανοιχτός. Οι πνευματικοί άνθρωποι πρέπει να είναι ευέλικτοι και ανοιχτοί» υποστηρίζει, δηλώνοντας πως ο ίδιος, ως χίπης, έχει ασχοληθεί με τις ουσίες και αντιπαθεί το αλκοόλ. Περνάμε στην καθημερινότητά του, που περιλαμβάνει και το φέισμπουκ, ιδιαίτερα όταν βρίσκεται στην Ασία όπου έχει ελεύθερο χρόνο. Τα ταξίδια στην Ανατολή, τα κάνει με την πρώτη ευκαιρία, αφού εκεί νιώθει ελεύθερος κι ευτυχισμένος.
«Στην Ασία βρέθηκα επειδή με γοήτευε η Ανατολή και λόγω του DNAΚαθάρισα πολύ νωρίς με το δυτικό πολιτισμό.Ξεκίνησα με την Ινδία. Την Ταϊλάνδη την είχα αποκλείσει επειδή είδα ένα ντοκιμαντέρ για ηρωίνες και ήταν πολύ εύκολο να βρεθεί κανείς μπλεγμένος, κι έτσι πήγα στηmysticIndia. Όμως βαρέθηκα τους Ινδούς, ενώ στο μεταξύ έμαθα ότι η Ταϊλάνδη σταμάτησε αυτή την ιστορία με την ηρωίνη, και ενώ ήταν πρώτη στην παραγωγή, τώρα πια δεν παράγει και ασχολείται με τον τουρισμό. Έτσι βρέθηκα στη sensualThailand. Ένας τόπος που με καταγοητεύει, παρ’ όλο που πέρυσι πέρασα άθλια, γιατί έκανε κρύο και είχα αρρωστήσει. Κάθε φορά που κοιτάω την ώρα, σκέφτομαι τι ώρα είναι εκεί. Μ’ αρέσουν οι άνθρωποι που ευχαριστιούνται με το τίποτα. Έχει παίξει μεγάλο ρόλο ο Βουδισμός, που σε αντίθεση με το Χριστιανισμό της τιμωρίας, είναι ανθρωποκεντρική θρησκεία και σκοπός τους είναι να είναι ελεύθεροι και ευτυχισμένοι. Αν και τους έχουμε χαλάσει. Το χρήμα και η ανάπτυξη δε φέρνουν την ευτυχία. Βλέπεις καλύβα και απ’ έξω υβριδικό αυτοκίνητο. Έχουν αλλάξει οι άνθρωποι, έχασαν το χαμόγελό τους και σε βλέπουν σαν εκατοσταδόλαρο. Είναι φτηνά, ανθρώπινα και τα έχεις όλα γύρω σου. Είναι το πιο ασφαλές μέρος να πάει μια γυναίκα, γιατί είναι όλα ελεύθερα».
Με αφορμή την αναφορά στο βουδισμό, τον ρωτάω για τη σχέση του με το Θεό.
«Έχω ελαφρά σχέση με το Βουδισμό, έχω κι ένα τατού βουδιστικό. Θα ήθελα να ασχοληθώ παραπάνω. Γενικώς υπάρχουν πολλά πράγματα που θα ήθελα να ασχοληθώ παραπάνω. Το τρελό του χαρακτήρα, το ότι δεν μπορώ να κάνω πολλά πράγματα… Δεν τα πάω μέχρι εκεί που θα ήθελα, είτε το Τάι Τσι είτε το Βουδισμό».
Η συζήτηση για την Ταϊλάνδη δεν έχει τελειωμό. Κοιτάζει πάλι την ώρα. «Τώρα θα έχει βραδιάσει εκεί» μου λέει.Και συνεχίζει την αφήγηση για τη ζωή του στην Ανατολή, τα τελευταία 15 χρόνια. Με την ευκαιρία των επισκέψεών του, είχε κάνει και ντοκιμαντέρ για τη Νοτιοανατολική Ασία. Προσπάθησε να τα προωθήσει στα ελληνικά κανάλια. Στο Megaδεν ενδιαφέρονταν για το είδος, στην τότε ΕΡΤ, του πρότειναν να αναλάβει παραγωγές, πράγμα που δεν μπορούσε να αναλάβει.
«Καθυστέρησε η ιστορία και έσκασε η βόμβα της ΕΡΤ. Ήθελα πάντως να το κάνω, μου άρεσαν τα γυρίσματα, είχαν κάτι καουμπόικο. Μου πήγαινε γιατί υπήρχε το απρόβλεπτο. Για παράδειγμα κάναμε γύρισμα με το συνεργάτη μου στην Τζακάρτα. Είχε πάθει κίτρινο πυρετό δυο τρεις φορές. Θα πηγαίναμε σε μέρη όπου ζουν φυλές που δεν έχουν ξαναπάει δυτικοί. Τώρα την εγκατέλειψα την ιδέα. Όχι όμως και την Ανατολή. Πάω εκεί,ξυπνάω στο ξενοδοχείο, ανοίγω τα μάτια και κοιτάω ότι όλα μου τα υπάρχοντα είναι ένα βαλιτσάκι. Αυτό είναι ελευθερία. Με την δουλειά μου δεν έχω κανένα απωθημένο. Είμαι πλήρης. Ό,τι σχεδίασα το έκανα.Αυτό το λίγο που έκανα, το πέτυχα σε μία χώρα όπου τα πράγματα λειτουργούν κομματικά και παρτουζιάρικα. Δε συμμετείχα ούτε στο ένα ούτε στο άλλο. Από δω και πέρα θέλω να γευτώ τη ζωή. Δε θέλω τον τίτλο του Έλληνα ηθοποιού. Δε αντέχω κι αυτό που κάνουν οι Έλληνες ηθοποιοί, που κουβαλούν τη δουλειά τους και στη ζωή τους. Δεν έχουν ζωή. Στην Αμερική τελειώνουν, βγαίνουν και ζουν. Εγώ έχω και πολλά ενδιαφέροντα. Μ’ αρέσει που δε με ξέρει κανείς. Είμαι ένας ξένος. Βλέπω μια κοπέλα και την πειράζω, βλέπω ένα περιστατικό και συμμετέχω. Με σορτς και σαγιονάρες και μπαντάνα στο κεφάλι. Η απόλυτη ελευθερία. Δεν μπορώ αυτή τη μιζέρια κι αυτόν τον ευνουχισμό, που ζητάνε και την ψήφο μας».
Πιάσαμε το καυτό θέμα. Εκλογές έρχονται, πολιτικές εξελίξεις ζούμε, ο ίδιος είναι πολιτικοποιημένος αλλά αποστασιοποιημένος και απογοητευμένος. Ή μάλλον, πάμε πάλι στον αρχικό χαρακτηρισμό: Οργισμένος.
«Δε θα ψηφίσω, αλλά αν το έκανα, θα προτιμούσα τον Καμίνη και τον Μπουτάρη γιατί δεν είναι κομματικοί. Μισώ όλα τα κόμματα. Και αυτά που δεν έχουν κυβερνήσει. Και τον Τσίπρα, αν ήταν στο χέρι μου, θα τον καταδίκαζα μαζί με τους άλλους. Για εσχάτη προδοσία. Γιατί όταν η χώρα κινδυνεύει πρέπει να συνεργαστεί. Σε μία οικογένεια όταν υπάρχει κρίση, λέει ο πατέρας οικογενειακό συμβούλιο και συμμετέχουν όλοι για να βρουν λύση. Για μένα η λύση ήταν να γίνει μια κυβέρνηση εθνικής ανάγκης, είτε από τα κόμματα είτε από προσωπικότητες. Χάσαμε άλλη μία ευκαιρία. Η κρίση έπρεπε να είχε λειτουργήσει σαν θετική ιστορία για εμάς. Θα έπρεπε να συνειδητοποιήσουμε πόσο μαλάκες είμαστε, το πόσα λάθη κάναμε, να ανασυνταχθούμε και να πάμε μπροστά. Δεν προχωράς όταν πολιτεύονται γερόντια. Κάθε ηλικίας. Φρεσκαδούρα θέλουμε. Φρέσκα μυαλά, τα οποία σίγουρα υπάρχουν αλλά δεν τα αφήνουν να βγουν μπροστά. Δεν έχουν γίνει σοβαρές νέες κινήσεις. Δε μιλάμε για Τζήμερο, ούτε για το ποτάμι που είναι σε διατεταγμένη αποστολή από τους εκδότες για να κάνει ζημιά στο ΣΥΡΙΖΑ, τον οποίο τρέμουν οι εκδότες επειδή υπάρχει ένα κομμάτι του που δεν το ελέγχει ούτε ο Τσίπρας. Καλά κι αυτός νομίζει ότι θα γίνει ο απελευθερωτής της Νότιας Ευρώπης».
Μα καλά, για κανέναν δεν έχει να πει κάτι καλό; Πουθενά δεν ελπίζει; Ούτε η δεξιά ούτε η αριστερά;
«Θυμώνω με την αριστερά, με την οποία είχα μπλέξει, αλλά ξέμπλεξα νωρίς. Δε θα τα έβαζα με τον Τσίπρα αν έλεγε βάλτε με να δουλέψω. Εγώ με αυτούς τα έχω. Με την αριστερά θυμώνω, όχι με τη δεξιά. Με αυτήν έτσι κι αλλιώς δεν έχω καμία σχέση».
Παρά την άρνησή του, είναι έντονα πολιτικοποιημένος. Δεν έψαξε κανείς να βρει σε ποιο χώρο ανήκει; Τα κόμματα δεν τον ανακάλυψαν;
«Τώρα πια έχω εκδηλωθεί: Δεν ανήκω πουθενά. Παλιά όλοι με παίζανε και μου ζητούσαν να πολιτευτώ. Τώρα είχα προτάσεις και από το ΣΥΡΙΖΑ και από την Ελιά αλλά τους είπα πως είμαι πολύ ακατάλληλος για κάτι τέτοια. Εγώ όλους τους βλέπω με βρόγχο στο λαιμό, ούτε καν με κολάκευσε η πρόταση, αντιθέτως ντράπηκα».
Το να ντρέπεται κανείς για κάποια πράγματα, είτε τα κάνει είτε όχι, δείχνει ότι έχει τσίπα. Το θέμα της ντροπής συνεχίζεται.
«Και το ότι βρέθηκα στο Εθνικό. Τι ντροπή! Πώς βρέθηκα εδώ από την ελευθερία της Ανατολής; Τι δουλειά έχω εγώ με το δημόσιο; Με παρέσυρε ο Μαστοράκης, που του έχω μεγάλη εκτίμηση και μεγάλο θαυμασμό και θα πήγαινα και στην κόλαση μαζί του. Με έχουν φωνάξει ήδη δύο φορές στο εθνικό και αρνήθηκα. Με το Νίκο δεν μπορούσα να αρνηθώ. Πάει κι αυτός στην Ασία σαν εμένα και έχουμε βίους παράλληλους, είχα καιρό να κάνω θέατρο γιατί μου κόβει από τα ταξίδια. Όμως ο φυσικός χώρος του ηθοποιού είναι το θέατρο. Το σταμάτησα επειδή αισθάνθηκα πλήρης και το έριξα στην τηλεόραση, επειδή για τα ταξίδια χρειάζομαι χρήμα. Αλλά δε με κολακεύει καθόλου όταν με σταματούν στο δρόμο και μου λεν ότι με είδανε σε κάποια σειρά. Τουναντίον είμαι πρόθυμος να τα κατεβάσω όταν μου λένε ότι είδανε παράσταση στο θέατρο. Το κίνητρο λοιπόν ήταν ο Μαστοράκης με τον οποίο είχα κάνει άλλες δύο καταπληκτικές δουλειές, οπότε πήγα. Πρόκειται για το Μεφίστο, ένα έργο που δεν έχει παιχτεί στην Ελλάδα, είναι αληθινή ιστορία, διηγείται την άνοδο του ναζισμού, είναι πολύ επίκαιρο και ανυπομονώ να το δω. Και με μεγάλη μου χαρά γνώρισα την Εθνική Ελλάδος των νέων ηθοποιών που με έχουν κατακτήσει με το ταλέντο και το χαρακτήρα τους. Αυτό ήταν η καλή έκπληξη για μένα».
Το θέατρο είναι ο χώρος του ηθοποιού, αλλά ο ίδιος, με 50 ταινίες στο ενεργητικό του, είναι από τις πιο σημαντικές παρουσίες του σύγχρονου ελληνικού κινηματογράφου. Ο αγαπημένος ηθοποιός του Νίκου Νικολαΐδη, αλλά και άλλων σκηνοθετών της εποχής εκείνης, να μη μας πει δυο λόγια και για τον κινηματογράφο;
«Μεγάλωσα σε μια πόλη που μου αρνιόντουσαν τα πάντα. Ήθελα να μάθω και δεν μπορούσα, είχα και τη μάνα μου να λέει στον πατέρα μου «γιατί μας έφερες εδώ» και έφτασα στο σημείο αυτή τη χώρα να μην τη γουστάρω. Ό,τι έκανα, το έκανα στην τύχη. Ήθελα να κάνω καριέρα στην Αμερική. Ήδη είχα ξεκινήσει να κάνω δουλειές στο εξωτερικό, μέχρι που χτύπησε το τηλέφωνο και άλλαξε η ζωή μου. Όταν ήρθα, ήταν πια μεταπολίτευση και υπήρχε ένα κλίμα όπου όλοι κάτι θέλαμε να κάνουμε. Επειδή είχα αυτήν την καριέρα στο εξωτερικό, τα πράγματα ήταν εύκολα κι άρχισα να δουλεύω αμέσως. Κι έτσι βρέθηκε στο δρόμο μου ο Νικολαΐδης. Βέβαια, επειδή έχω μέσα μου το ανικανοποίητο, αν ξαναγεννιόμουνα θα προτιμούσα να μην ξαναγυρίσω. Και τώρα με την πρώτη ευκαιρία σηκώνομαι και φεύγω».
Στη μεταπολίτευση έγιναν όσα έγιναν. Τώρα, πώς τα βλέπει τα πράγματα;
«Με τον Νικολαΐδη είχα μια ξεχωριστή σχέση. Εκτιμώ και τον Νίκο τον Περάκη.  Δεν βλέπω νέους να πιάνουν το ύφος τους. Δεν υπάρχει ψυχή και συναίσθημα. Μου άρεσε η τελευταία ταινία του Νίκου Τριανταφυλλίδη που είναι επηρεασμένη από το σινεμά του Νικολαΐδη. Ο Λάνθιμος κάνει χειρουργικό σινεμά. Δε μου αρέσει. Δε μ’ ενδιαφέρει ούτε ο ρεαλισμός και η ελληνική πραγματικότητα. Δεν αντέχω τον Οικονομίδη. Όταν πάω στο σινεμά, πρέπει να μαγευτώ. Δε με έχει μαγέψει κάτι. Μπορεί και να υπάρχει, αλίμονο αν δεν υπάρχει. Και στην εποχή μας, δεν είναι δικαιολογία τώρα πια το «δεν έχω λεφτά, δεν κάνω ταινία». Βίντεο και τζάμπα. Είναι μία πολύ καλή περίοδος γιατί τις ταινίες τις μαθαίνεις κάνοντάς τες και όχι συζητώντας τες. Η τέχνη είναι διέξοδος. Ο κόσμος, η ανθρώπινη ψυχή έχει ανάγκη στα δύσκολα να ξεφύγει. Απόδειξη ότι τα θέατρα σκίζουν. Δεν είναι μόνο επειδή χαμήλωσαν τις τιμές. Ο κόσμος θέλει να έρθει κοντά στην τέχνη».
Είναι αρκετό το να ξεφεύγουμε με την τέχνη; Μπορούμε να κάνουμε κάτι άλλο για να ξεφύγουμε ή ακόμη και να φύγουμε από τις δυσκολίες; Είναι αισιόδοξος; Δεν είναι.
«Χάθηκε η ευκαιρία. Δεν είχαμε το θάρρος και τη μαγκιά να πιάσουμε την κατάσταση απ’ τα μαλλιά. Κάναμε μία μίμηση της Αργεντινής με τις κατσαρόλες, κατεβήκαμε στο Σύνταγμα, καλό ήταν, έγιναν κάποιες γνωριμίες, αλλά ως εκεί. Θα μπορούσε να γίνει πυρήνας και να προχωρήσουν πράγματα. Τελικά έγινε σαν τις κυρίες που βρίσκονται για τσάι. Πιστεύω ότι υπάρχουν και εξαιρετικοί νέοι, αλλά πολλοί μεγαλώνουν με άθλιους γονείς και καταλήγουν στη Χρυσή Αυγή. Υπάρχει κόλαση από κάτω και δε θέλω να συμμετάσχω».
Για ποιο θέμα δε μιλήσαμε; Για την πόλη του. Του αρέσει η Αθήνα;
«Η Αθήνα μου αρέσει. Εδώ και λίγα χρόνια δεν έχω αμάξι επειδή ταξιδεύω και δεν το χρειάζομαι. Αλλά όταν το είχα, ζούσα σαν τουρίστας. Μου αρέσει να ανακαλύπτω πράγματα. Αλλά ζούμε με τους ανθρώπους και αυτό είναι μεγάλη συζήτηση. Δε λέω ότι είμαι τέλειος. Είμαι ο χειρότερος. Αλλά έχω πολλά παράπονα».
Δε μιλήσαμε ούτε για τις γυναίκες. Θυμάμαι μια ατάκα στα κουρέλια, για τις γυναίκες με προδιαγραφές θανάτου. Έτσι πρέπει να είναι; Υπάρχουν τέτοιες γυναίκες;
«Νικολαΐδης, άλλες εποχές. Τώρα αλλάξανε αυτά, δεν ισχύουν. Ωραία ήταν, προσπαθώ να προσαρμοστώ σε κάποια πράγματα. Γενικώς μου αρέσει να συμμετέχω. Και ακόμη και στη μεγαλύτερη δυστυχία μου αρέσει να σκέφτομαι θετικά».
 Καταλήγουμε στη θετική σκέψη και στο νόμο της έλξης. Και μου μένει αυτό, παρά το ότι η κουβέντα συνεχίζεται και εξακολουθεί να μετακινείται από το ένα θέμα στο άλλο. Και αυτό λέω να γίνει τρόπος ζωής. Θετική σκέψη, αλλά και οργή. Προς τη σωστή κατεύθυνση.

Συνέντευξη που πέταξα (χωρίς να είναι για πέταμα) στο living in the city

Δεν υπάρχουν σχόλια: