Πέμπτη 23 Οκτωβρίου 2014

Νίκος Ζερβός: Ζω με εμμονές

Του έχω αδυναμία από τότε που είδα το Δράκουλα των Εξαρχείων. Για το αιρετικό του ύφος, το ανατρεπτικό του χιούμορ και τη διάθεση να τα κάνει όλα άνω κάτω. Οι περισσότερες ταινίες του Νίκου Ζερβού έχουν αυτή την άναρχη διάθεση για ό,τι να ‘ναι.
Αν και κάνει κάποια διαλείμματα, όπως και τώρα, που ετοιμάζει μία ανάλαφρη νεανική ταινία. Ο ίδιος πώς χαρακτηρίζει τον εαυτό του ως σκηνοθέτη;

Δε θεωρώ ότι είμαι καλός σκηνοθέτης. Καταφερτζής είμαι. Κάνω το κέφι μου, την πλάκα μου, το χαβαλέ μου. Άμα ξεμείνω από λεφτά, επειδή δε γίνεται αλλιώς, πετάω και καμιά εμπορικούρα τύπου θηλυκό θηριοτροφείο. Για τότε έκανε πολλά εισιτήρια. Βέβαια πολλά εισιτήρια έκανε και ο Δράκουλας των Εξαρχείων που έγινε τελείως για το χαβαλέ. Με τον Πανούση είχαμε κάποιες σημειώσεις, τον καμβά. Ένας επιστήμονας, ο Τζούμας, που φτιάχνει σαν τον Φρανκεστάιν το τέλειο συγκρότημα και του βγαίνει κάτι σε Μαργαρίτης. Αυτό ήταν το πρόσχημα, αλλά αυτοσχεδιάζαμε πολύ. Ήταν μία ταινία αναρχίζουσα –όχι αναρχική- και έκανε τρελά εισιτήρια. Εγώ περίμενα να βγει σε τρία σινεμά, βγήκε σε τριάντα κι έσκισε. Κάναμε το κέφι μας, κάναμε αυτό που πιστεύαμε και πέτυχε.

Ασχολήθηκε με τον κινηματογράφο επειδή ήταν αυτό που αγαπούσε. Το να βλέπει ταινίες είναι η αγαπημένη του συνήθεια, ενώ δεν κρύβει την αδυναμία του, σε βαθμό εμμονής, σε κάποιους σκηνοθέτες. Θα βρεθούν αντικαταστάτες
των σκηνοθετών της γενιάς του;
Αν η νέα γενιά είναι ο Λάνθιμος, η Τσαγκάρη κι αυτά τα παιδιά που κάνουν πειράματα που κι αυτά είναι κλεμμένα, είναι ασέβεια να τους συγκρίνω με σκηνοθέτες όπως ο Νικολαΐδης ή και ο Φέρρης. Κι ο Παναγιωτόπουλος είναι ένας πολύ καλός σκηνοθέτης, αν και δε μου αρέσει που τα τελευταία χρόνια το έχει γυρίσει στην ομφαλοσκόπηση και τη μονομανία με τον Γκοντάρ σε σημείο να τον αντιγράφει. Θα μου πεις, έχεις γεράσει και δε σου αρέσει τίποτα.  Αλλά πιστεύω ότι η νέα γενιά σκηνοθετών δεν έχει καμία σχέση με αυτούς. Αν ο κυνόδοντας είναι ταινία, τότε εγώ είμαι ο Αγγελόπουλος. Με συμβολισμούς της πλάκας, ένα πράγμα υπερφίαλο, που προσπαθεί να πει τα πάντα και δε λέει τίποτα και οι κριτικοί το αναλύουν σε έξι σελίδες. Όλο αυτό είναι μια μπούρδα. Ποτέ δεν έχω πει μπούρδα ταινία του Αγγελόπουλου που δε μου άρεσε. Πάντως όλο και θα υπάρχουν αξιόλογοι.

Περιμένω για παράδειγμα να δω μεγάλη ταινία από τη Νάνσυ Σπετσιώτη, που έχει ενδιαφέρον αυτό που κάνει. Ο Νικολαΐδης ήταν μια πολύ ειδική περίπτωση, γνώστης της τεχνικής του σινεμά και δεν είχε μεγάλη διαφορά ικανότητας από τον Πολάνσκι.
Ο Πουλικάκος για να τον πειράξει τον έλεγε Πολάνσκι του Κεφαλαρίου. Εγώ είμαι προκατειλημμένος με το Νικολαΐδη.
Τι τον χαλάει τόσο με τον Αγγελόπουλο, τον οποίο συχνά σατίριζε;
Δε μου άρεσε ποτέ. Έκανε το παιχνίδι του πολύ καλά, έπαιξε ένα παιχνίδι με αργά πλάνα και μου έχει μείνει μια φράση, νομίζω την είχε γράψει η Σώκου, φανταστείτε να ήταν καλός σκηνοθέτης, είχαμε γελάσει όλοι τότε. Εμένα οι ταινίες του δε με ενδιέφεραν ποτέ. Του παραδέχομαι όμως μια εμμονή να κάνει αυτό το είδος κινηματογράφου, είτε του έκανε εισιτήρια είτε δεν του έκανε. Στο τέλος είχε ζήσει
κι ένα δράμα, βλέποντας ανθρώπους που τον έγλειφαν, στις τελευταίες του ταινίες να τον φτύνουν και να γράφουν πολύ άσχημα. Και ξέρω ότι του κόστισε. Αλλά παραδέχομαι το ότι ήταν σταθερός σ’ αυτό που έκανε, άσχετα αν εμένα δε μου πήγαινε.

Αφήνουμε τις εμμονές του Αγγελόπουλου, για να πάμε στις δικές του.
Εγώ ζω με εμμονέςΟ Γκοντάρ ας πούμε. Κάθε μέρα στο facebook, θα βάλω καμιά δεκαριά ταινίες του, παλιές και καινούργιες. Του παραδέχομαι ότι είναι 83 χρονών, που εγώ δεν ξέρω αν στην ηλικία του θα περπατάω με τη ζωή που κάνω, και κάνει ακόμη πειραματικές ταινίες. Τώρα του έχουν αφιέρωμα στην ταινιοθήκη. Θα πάω, κάνοντας εξαίρεση μόνο για τον Γκοντάρ, γιατί δε μου αρέσει εκείνο το μέρος. Όλη αυτή η μόδα με την Ιερά Οδό μού είναι απεχθέστατη και δε θέλω να πατάω. Άλλη εμμονή αυτή. Θα προτιμούσα να πάω στο αισχρό Κολωνάκι.


Δεν πάει εδώ, δεν πάει εκεί, πάει όμως στη Σαρωνίδα για διακοπές. Μόνο. Και καμιά φορά και Λαγονήσι.
Δεν είναι τυχαίο. Παίρνω ένα ωραίο αυτοκινητάκι που έχω και το λειτουργώ μόνο το καλοκαίρι –το χειμώνα κατεβάζω και την μπαταρία- πηγαίνω Αττική Οδό, μία ευθεία και βγαίνει εκεί. Βαριέμαι το οδήγημα, βαριέμαι την κίνηση, πολλοί με κοροϊδεύουν
γι’ αυτό, αλλά εντάξει, δεν αντέχω. Αυτός είναι ο πρακτικός λόγος. Κι ο άλλος είναι ότι βρήκα ένα μέρος με τέσσερα θερινά. Μου αρέσουν πολύ τα θερινά σινεμά και βλέπω εκεί όσες ταινίες δεν έχω δει το χειμώνα. Και μου φαίνεται πως έχει και καθαρές παραλίες.

Εντάξει, έχει πάει και αλλού. Κάποτε. Στη Μύκονο.
Πριν γίνει κοσμική, όταν ήμουν 20 χρονών πήγαινα κάθε καλοκαίρι. Οι κοσμικοί πήγαιναν στην Ψαρού που τότε ήταν πιο καλόγουστη. Έκανα παρέα και με κάποιους απ’ αυτούς, αλλά εγώ πήγαινα κυρίως Παράγκα, όπου έμενα ως χίπης, με κάτι συμπαθέστατους ξένους. Καμία σχέση με αυτό που είναι τώρα. Έβγαζες τα ρούχα σου, έκανες μπάνιο γυμνός και κανένας δε σε κοίταζε. Τώρα όλοι πάνε για να δούνε το φαινόμενο.

Πάμε πάλι στον κινηματογράφο. Υπήρξε μια εποχή που οι σκηνοθέτες, και γενικότερα οι άνθρωποι της τέχνης, ήταν μια παρέα και ο ένας στήριζε τον άλλον. Πώς ήταν η συνεργασία με ανθρώπους του χώρου του, ανταλλαγές, επιρροές;

Δεν είναι κακό να επηρεάζεσαι και να περνάς αυτό που πήρες; Ο Νικολαΐδης ήταν λίγο σαν πατέρας για μένα και μου έδειχνε πράγματα. Μου έλεγε ότι οι ταινίες μου ήταν λίγο αρκουδιάρικες, έπρεπε τα πλάνα να είναι πιο σωστά στημένα, ο φακός μου ήταν λάθος. Καθόμασταν στο εξοχικό που είχε με τη γυναίκα του στα Λεγρενά και μου έκανε μαθήματα για να με κάνει καλύτερο σκηνοθέτη. Βέβαια, καλύτερος δεν έγινα, αλλά κάτι πήρα από τα μαθήματα αυτά.
Εποχές, εμπειρίες και καταστάσεις που μετέφερε και στην ταινία Φωνές από το Υπόγειο του Γιάννη Χαριτίδη, που προβάλλεται αυτές τις μέρες στο Μικρόκοσμο και αφορά στο underground της ελληνικής τέχνης.
Μιλάει ο Ρεντζής, ο Πουλικάκος, εγώ, αν και δε θεωρώ τον εαυτό μου underground γιατί δεν έζησα έτσι. Μπορείς να πεις ότι ο εξόριστος και ο δράκουλας ήταν underground. Είμαι μόνο αν το δεις ως κάτι που έκαναν άνθρωποι που δε νοιάζονταν
για τίποτα άλλο εκτός από το να εκφράσουν αυτό που πιστεύουν. Παράξενοι ήχοι, εικόνες, έχω κάποιες τέτοιες. Σαν όρος μπορεί να είναι και πολύ ευρύς και να μην περιορίζεται στα πλαίσια της ψυχεδέλειας. Νομίζω κι ο Χαριτίδης εκεί το πάει.
Στο ότι το underground κινείται σε όλες τις τέχνες και είναι αυτό που δεν είναι mainstream και δε στοχεύει στο εμπορικό κομμάτι. Ένα καλό παράδειγμα είναι ο Γουόρχολ που έσκισε εμπορικά, αλλά δεν ήταν αυτός ο σκοπός της τέχνης του.

Περνάμε και στην ταινία που ετοιμάζει. Αυτήν την περίοδο κάνει το μοντάζ. Θα τη δούμε τον Οκτώβριο, έχει τίτλο «λύσσα κακιά», και διαφορετική από αυτές που έχουμε συνηθίσει.
Το σενάριο είναι της Ζωής Ζέρβα, που παίζει κι ένα ρόλο. Της είχα πει κάποτε να γράψει τις εμπειρίες της από τη δραματική σχολή, ήρθε η ώρα να γίνει ταινία. Είναι η πρώτη φορά που δεν έχουμε Πουλικάκο. Δεν του πάει και το έργο, κι εδώ που τα λέμε, κι εμένα δε μπορώ να πω ότι με εκφράζει ιδεολογικά. Κοριτσοπαρέες, ερωτικά, σχολή, εξετάσεις… είπα να κεράσω μια γρανίτα. Έχει και πολλή μουσική
και διασκευές του Παντελή Αμπαζή. Παραγωγός δεν είμαι εγώ, για δεύτερη φορά στη ζωή μου. Είναι ο Δημήτρης Γαλανόπουλος. Είναι μια ταινία που απευθύνεται σε μεγάλο κοινό. Γενικώς δε μου αρέσει αυτό που κάνουν ταινίες για λίγους. Άμα θέλεις
ταινία για λίγους, κάνε ένα βίντεο και δες το στο σπίτι σου.

Ξεχωρίζει κάποιες ταινίες του ή όλες είναι παιδιά του;
Ο εξόριστος στην κεντρική λεωφόροο δράκουλας των Εξαρχείων και στη σκιά του Λέμμυ Κώσιον. Μία ταινία αδικημένη. Είχαμε δικαστικές διαφορές με τον παραγωγό και κανείς δεν ασχολήθηκε και έγινε χάλια διανομή, σε ένα σινεμά μόνο. Ήταν μια αναφορά στονΓκοντάρ και τον Έντι Κονσταντίν, τον πρωταγωνιστή του Αλφαβίλ που είναι και η αγαπημένη μου ταινία. Από την άλλη δεν απορρίπτω καμία. Ακόμη και το show bitch που θεωρήθηκε αποτυχία, εμένα μου άρεσε γιατί ήταν μια ταινία για χαβαλέ, για το χώρο της σόουμπιζ. Προφανώς για να το κάνω, το αισθανόμουν, αλλά δε μου βγήκε. Η πιο προσωπική μου ταινία πάντως που με εκφράζει απόλυτα, ιδεολογικά και κινηματογραφικά, ήταν ο εξόριστος. Υπήρχε ένα σενάριο δικό μου, το πήγα στον Φέρρη που πρωταγωνίστησε και το ξαναγράψαμε μαζί, ενώ με βοήθησε και στο μοντάζ. Μετά απ’ αυτό το έριξα στο χαβαλέ. Το σινεμά είναι ένας τρόπος για να εκφράσεις τη σύγχυσή σου. Όσοι λένε ότι είναι κατασταλαγμένοι, λένε ψέματα. Το σινεμά είναι μια αντίδραση σε όσα συμβαίνουν, ακόμη κι ανάποδη. Όπως αυτό που κάνω τώρα, που μέσα στην κρίση κάνω μια ταινία ανάλαφρη.
Βέβαια, πριν τη λύσσα κακιά, είχε κάνει και μια ταινία για την κρίση. Σαπίλα ξεφτίλα και τεκίλα. Ένα κολάζ παλιών ταινιών δικών του και του Γιάννη Παρασκευόπουλου.

Το δέσαμε με κεντρικό άξονα το Γιάννη Μποσταντζόγλου, που ήταν ένας σκηνοθέτης που για να εμπνευστεί έμπαινε σε κάδους σκουπιδιών. Λίγο συμβολικό αυτό με τα σκουπίδια. Και είχαμε αρκετές σκηνές με τους τότε αγανακτισμένους.
Που μάλλον τους πέρασε η αγανάκτηση και τώρα είναι ικανοποιημένοι και μάλλον τελικά όλο αυτό ήταν μια μπλόφα.
Και τι να κάνουν;
Σίγουρα όχι αυτό που κάνουμε όλοι, το κάνω κι εγώ, που φωνάζουμε στο φέισμπουκ. Ούτε πιστεύω στα κόμματα, έχω πολύ κακή ιδέα για το ΣΥΡΙΖΑ και τις αντιφάσεις του που άλλα λέει ο ένας κι άλλα ο άλλος. Θα ήθελα η λύση να έρθει από νέους, αυτοί είναι που μπορούν να βγουν και στις διαδηλώσεις και να κάνουν πράγματα. Η λύση είναι φρέσκα μυαλά. Εμείς δεν τα καταφέραμε, ας δεχτούμε ότι χάσαμε.

Και, για να κλείσουμε ξεφεύγοντας από τα κινηματογραφικά, πώς είναι η ζωή του στην πόλη;

Αλεξάνδρας, βεράντα, χαζεύουμε από κει κάνα ματς του Παναθηναϊκού, Αυτόφωρο που το έχω και ως γραφείο και συναντώ κόσμο, το Αγορά εδώ πιο πάνω που πηγαίνω, και γενικά έχω γίνει ένας κλειστός και μονόχνοτος άνθρωπος. Καμιά φορά με παρασύρουν φίλοι και βγαίνουμε πιο έξω και το καλοκαίρι στη Σαρωνίδα που μου αρέσει να κολυμπάω. Δε βγαίνω, δεν πάω πουθενά. Υπάρχει κοπέλα που με χώρισε για αυτόν το λόγο. Πολλές ώρες στο φέισμπουκ και φιλοδοξώ να κάνω άλλη μία ταινία.

Εμείς περιμένουμε τη νέα του ταινία κι ας ξέρουμε πως θα είναι διαφορετική από αυτές που συνηθίσαμε.
Μέχρι τότε, λέμε να πάρουμε μια δόση από το underground που μας ενέπνευσε, μια και μας έβαλε σ’ αυτό το τριπάκι.

Συνέντευξη που πετάχτηκε (χωρίς να είναι για πέταμα) στο living in the city

Δεν υπάρχουν σχόλια: