Τετάρτη 24 Ιουλίου 2013

Ο Ρέμος, τα ρεμάλια και οι ρεμούλες


Άφωνη έμεινα. Ξέπλυμα βρώμικου χρήματος, δάνεια εκατομμυρίων και υπεξαιρέσεις από εφοπλιστή; Αυτοί δεν είναι η ελπίς της πατρίδος; Γι’ αυτό δεν τους αφήνουμε να αλωνίζουν αφορολόγητοι; Συκοφαντίες. Να δεις που πρόκειται για συκοφαντίες. Που κάποιοι σκοτεινοί κύκλοι θέλουν να σπιλώσουν την προσπάθεια που κάνουν αυτοί οι ευεργέτες να στηρίξουν την ελληνική οικονομία, δίνοντας ψωμί (ξερό και σκέτο) σε τόσες οικογένειες.
Αχάριστη Ελλάδα. Και ψεύτρα κι υποκρίτρια. Από τη μια δίνεις αβέρτα, μας κακομαθαίνεις, μας κάνεις να ζητάμε κι άλλα, να κοιτάμε την τσέπη μας, την πάρτη μας, την καλοπέρασή μας, να χάνουμε το ήθος μας και τις αρχές μας, να χάνουμε τις αξίες μας και να τις αντικαθιστούμε με τις τιμές. Κι εκεί που όλα είχαν μια τιμή, ανεβασμένη στα ύψη, μας δίνεις μια και τα καταστρέφεις όλα. Και το χρήμα γίνεται βρώμικο και πρέπει να το ξεπλύνουμε. Στη Μύκονο, αχόρταγες αδελφές μου. Στη Μύκονο με τα ωραία της. Να το ξεπλύνουμε στη σαμπάνια και με τους ήχους ασμάτων λαϊκών.
Αχ, λέω για Μύκονο και πώς να μη σπαράξω; Που όλοι οι ξένοι μας ζηλεύουν επειδή μπορούμε και γλεντάμε στη Μύκονο. Που μπορούμε να αδιαφορούμε για τη δυστυχία και την ανέχεια των ανθρώπων γύρω μας και να το ρίχνουμε με λύσσα στο γλεντοκόπι. Ναι, ρε. Έχουμε ένα τέτοιο νησί που προσφέρει ξεσάλωμα που δεν είδατε ούτε στον ύπνο σας. Και σας γράφουμε στ’ αρχίδια μας, ρε ξενέρωτοι βόρειοι, που λειτουργείτε σαν ρομπότ. Και κάνουμε και χοντροκομμένο χιούμορ εις βάρος σας κι άμα γουστάρετε. Έτσι, ρε. Επειδή μπορούμε (και μπορούμε επίσης να χρησιμοποιούμε πρωτότυπες εκφράσεις όπως αυτή).
Κόμπλεξ, μάνα μου. Μόνο κόμπλεξ. Μόνο σε κόμπλεξ οφείλεται το ότι λύσσαξαν οι ξένες εφημερίδες για τον Ρέμο και τις εξυπνάδες που έλεγε στα ρεμάλια που είχαν μαζευτεί στο μυκονόμπαρο, όπου η σαμπάνια έρρεε, η κόκα είχε ανεβάσει τη διάθεση στο κόκκινο, οι από τύχη φραγκάτοι (που επίσης από τύχη διατηρούνται φραγκάτοι) αναζητούσαν τρύπα για να πληρώσουν και να περάσουν τη βραδιά κι οι γκομενίτσες έδειχναν τα μουνάκια τους ελπίζοντας σε ένα καλύτερο μέλλον. Παλιές συνήθειες που δεν μπορούμε να κόψουμε. Έχετε κάνα πρόβλημα, φίλοι Ευρωπαίοι που περνάμε καλά στη Μύκονο;
Ναι, ρε. Δε γουστάρουμε τους πολιτικούς. Τους ρίχνουμε και μούντζες. Να καεί το μπουρδέλο η Βουλή. Θέλουμε να γίνει ναός της δημοκρατίας το κάθε μυκονόμπαρο, ιέρεια του θεσμού το κάθε ξεβράκωτο τσουλάκι, πρωθυπουργός ο κάθε τραγουδιστής που, με τις επαναστατικές του ατάκες, αναπτερώνει το πεσμένο μας ηθικό. Αυτές τις μέρες γουστάρουμε Ρέμο. Αυτόν τον τύπο που τον χρυσοπληρώσαμε. Γι’ αυτό τον πληρώσαμε. Για να συντηρεί με λόγο επαναστατικά υβριστικό τον τρόπο ζωής που επιλέξαμε: Της χλιδής, του νεοπλουτισμού, της αρπαχτής, της σάχλας, του κενού, του στεγνού ξεσαλώματος.
Ο Έλληνας είναι ένα είδος που η εξέλιξή του φαίνεται στο λαϊκό τραγούδι. Ξεκινώντας από το ρεμπέτικο όπου με αξιοπρέπεια και τρόπο δωρικό περιγράφονται οι έρωτες, η φτώχεια και τα προβλήματα της καθημερινότητας, περάσαμε σε περιγραφές των ίδιων θεμάτων με λυγμό και σπαραγμό. Το εμπλουτίσαμε και με λίγο «έξω καρδιά» (και ντέρντια και καημοί) για να ενισχύσουμε τον ωχαδερφισμό μας, περάσαμε στο χαβαλεδιάρικο, στο σκυλάδικο και καταλήξαμε στους Ρέμους, τους Πλούταρχους και τους Σφακιανάκηδες. Στο ρηχό, συνθηματικό τραγούδι τους. Που η υπερβολή στη λάμψη που το περιβάλλει καλύπτει την ουσία που του λείπει. Που οι τραγουδιστές παίζουν το ρόλο του καθοδηγητή του πλήθους. Που μπήκε σ’ όλα τα ΜΜΕ για να επιβάλει τρόπο ζωής. Για να δημιουργήσει το νέο είδος του Έλληνα.
Το νέο είδος του Έλληνα δε διασκεδάζει. Γλεντοκοπάει και ξεσαλώνει. Δεν ακούει μουσική, δε νιώθει το τραγούδι. Ακούει εύκολους ήχους που θα τους θυμάται για το επόμενο εξάμηνο. Δεν τραγουδάει τον πόνο και τον καημό, τραγουδάει την κάψα, την έπαρση, το σύνθημα, τη δηθενιά. Το νέο είδος του Έλληνα είναι βουτηγμένο στη φτήνια και γλείφει τη χλιδή, νομίζοντας πως θα βρει τις ισορροπίες του. Είναι ανισόρροπο το νέο είδος του Έλληνα και επικίνδυνο για την ανθρωπότητα. 
Αυτό το είδος του Έλληνα που γλεντάει με το πιο άθλιο είδος μουσικής, που, ακόμη κι αν δεν έχει το χρήμα για να πάει να ακούσει το Ρέμο στη Μύκονο, θα περάσει ένα μήνα με στερήσεις για να πάει να του τα σκάσει κάπου στην παραλιακή. Αυτό το είδος του Έλληνα, με αυτά τα πρότυπα, αυτές τις αντιλήψεις, αυτή τη νοοτροπία, επιβιώνει ακόμη και στους δύσκολους καιρούς που ζούμε, παρασιτώντας σε βάρος των υπολοίπων που αγωνίζονται να σωθούν από τη φτώχεια. Φτώχεια που αυτό το είδος του Έλληνα προκάλεσε.
Κανονικά, αυτό το είδος πρέπει κάποια στιγμή να κοιταχτεί στον καθρέφτη, να σιχαθεί τον εαυτό του και να αυτοκαταστραφεί. Αν δεν το κάνει, πρέπει να το καταστρέψουμε εμείς. Και θα καταστραφεί αν καταστρέψουμε τα είδωλά του. Τον κάθε Ρέμο και το κάθε ρεμάλι που καλλιέργησε τη φιλοσοφία της ρεμούλας. Πρέπει κάποια στιγμή, αντί για λουλούδια, να τους πετάξουμε σκατά.


3 σχόλια:

Unknown είπε...

άγριο καυστικό μα τόσο αληθές! Στο μόνο που δεν συμφωνώ είναι ότι πιστεύω ότι δεν υπάρχει η πιθανότητα να εκλείψει αυτό το είδος. Έτσι ήμασταν πάντα. Γιαυτό υπάρχουν οι λέξεις για να διευκρινίζουν και να τονίζουν τις διαφορές. Ψυχαγωγία - διασκέδαση - αποχαύνωση.

ΝΙΚΟΣ ΠΕΡΑΚΗΣ είπε...

Πόσο δίκιο έχεις Νάντια!!!!

Crisis and Critique είπε...

Αυτοί είναι όπως οι κατσαρίδες.
Και μετά απο ατομική έκρηξη, θα επιβιώσουν.
Δεν έχουμε ελπίδα.